Η τακτική άσκηση είναι από τις πιο σημαντικές συνήθειες που μπορούν να βελτιώσουν ή να διατηρήσουν την καλή μας υγεία, προλαμβάνοντας καρδιαγγειακές παθήσεις, διαβήτη και αρκετούς καρκίνους, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνει και την ποιότητα ζωής.
Το σύνολο των καθημερινών δραστηριοτήτων μπορεί να μετρηθεί εύκολα, με τον αριθμό των βημάτων μας που μπορεί να αποτυπωθεί σε μια σειρά από φορητές συσκευές.
Πόσα βήματα, όμως, πρέπει να κάνουμε την ημέρα, για να πετύχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα;
Παρότι οι κατευθυντήριες οδηγίες για την ημερήσια σωματική δραστηριότητα στο πλαίσιο της διασφάλισης της δημόσιας υγείας δεν ορίζουν συγκεκριμένο αριθμό βημάτων που πρέπει να γίνονται καθημερινά, η μέτρηση των βημάτων θα μπορούσε να αποτελέσει έναν δείκτη, ιδίως αν συνδυαστεί και με την ένταση με την οποία γίνονται τα βήματα αυτά.
Μερικές επιδημιολογικές μελέτες εκτιμούν ότι ο ρυθμός βάδισης σχετίζεται με τη θνησιμότητα, ενώ άλλες εστιάζουν στον αριθμό και όχι στον ρυθμό των βημάτων για την διερεύνηση της σχέσης με την θνησιμότητα. Δεν υπάρχουν μελέτες που να συγκρίνουν τη θνησιμότητα με βάση τον αριθμό των βημάτων και την ένταση του βήματος σε μεσήλικες, ώστε να διαπιστωθούν τα οφέλη έναντι των αντίστοιχων για τους ηλικιωμένους, τους νέους ενηλίκους ή ενηλίκους διαφορετικών φυλών.
Οι οδηγίες για βελτίωση της υγείας μας, συνιστούν μέτρια ως έντονη σωματική δραστηριότητα τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα, ενώ μελέτη του 2021 έδειξε μεγαλύτερη μείωση της θνησιμότητας με έντονη δραστηριότητα έναντι δραστηριότητας μέτριας έντασης.
Μελέτη με επικεφαλής την Αμάντα Πάλουχ από το Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Επιστημών του τμήματος Κινησιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια της Αλαμπάμα, της Μινεσότα, της Ιόβας, το CDC της Ατλάντα, το ερευνητικό τμήμα του Κάιζερ Περμανέντε του Όκλαντ στη Βόρεια Καλιφόρνια και την Ιατρική του πανεπιστημίου Φάινμπεργκ στη Β. Καλιφόρνια, διερεύνησε τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου σε νέους ενήλικες και την θνησιμότητα από όλες τις αιτίες για μεσήλικες, ανάλογα με τον ημερήσιο αριθμό βημάτων.
Η εν λόγω μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA, είχε ως στόχο την διερεύνηση της σχέσης του αριθμού και της έντασης των βημάτων με τη θνησιμότητα μεσήλικες που παρακολουθήθηκαν για περίπου 11 χρόνια.
Στη μελέτη μετείχαν 2.110 ενήλικες, ηλικίας 38 έως 50 ετών και παρακολουθήθηκαν κατά μέσο όρο επί 10,8 έτη. Στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στη μελέτη, φορούσαν επιταχυνσιόμετρο από το 2005 έως το 2006. Τα δεδομένα αναλύθηκαν το 2020 και το 2021.
Ο ημερήσιος αριθμός βημάτων ταξινομήθηκε ως χαμηλός στα λιγότερα από 7000 βήματα/ημέρα, μέτριος στα 7000-9999 βήματα/ημέρα και υψηλός σε πάνω από 10.000 βήματα/ημέρα. Η ένταση βημάτων μετρήθηκε με τον υπολογισμό του μέγιστου ρυθμού και χρόνου βηματισμού σε 30 συνεχόμενα λεπτά με ρυθμό 100 βήματα ή περισσότερο.
Διαπιστώθηκε, ότι οι συμμετέχοντες που έκαναν τουλάχιστον 7000 βήματα την ημέρα, σε σύγκριση με εκείνους που έκαναν λιγότερα από 7000 βήματα την ημέρα, είχαν 50% έως 70% χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας. Δεν υπήρξε συσχέτιση της έντασης του βήματος με τη θνησιμότητα ανεξάρτητα από την προσαρμογή του αριθμού των βημάτων.
Αναλυτικά από τις 2.110 συμμετέχοντες, ηλικίας 45,2 ετών κατά μέσο όρο, από τους οποίους το 57% ήταν γυναίκες και το 58% αυτών, λευκής φυλής. Οι συμμετέχοντες πραγματοποιούσαν καθημερινά, σχεδόν 9.150 βήματα, με μια διακύμανση που ξεκινούσε από τουλάχιστον 7.300 βήματα μέχρι 11.162 βήματα την ημέρα. Στη διάρκεια της παρακολούθησης, το 3,4% των συμμετεχόντων (72 άτομα) πέθαναν.
Σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες στην ομάδα χαμηλού αριθμού βημάτων, ο κίνδυνος θνησιμότητας στην ομάδα μέτριου αριθμού βημάτων ήταν σημαντικά χαμηλότερος φτάνοντας το 72%, με κίνδυνο 53 περιστατικών ανά 1000 άτομα
Στην ομάδα υψηλού αριθμού βημάτων ο κίνδυνος θνησιμότητας ήταν μειωμένος στο 55%, με κίνδυνο 41 συμβάντα ανά 1000 άτομα.
Σε σύγκριση με την ομάδα χαμηλού αριθμού βημάτων οι ομάδες μέτριου και υψηλού αριθμού βημάτων στους μαύρους συμμετέχοντες πέτυχαν μείωση στον κίνδυνο θνησιμότητας κατά 70% και στους λευκούς συμμετέχοντες κατά 63%, στις γυναίκες κατά 72% και στους άνδρες κατά 58%.
Οι ερευνητές δεν διαπίστωσαν σημαντική συσχέτιση μεταξύ της μέγιστης έντασης 30 λεπτών ή του χρόνου στα 100 βήματα/λεπτό ή περισσότερο με τον κίνδυνο θνησιμότητας.