Η ξηρά σαρώνεται από ακραία καιρικά φαινόμενα -από αφόρητους καύσωνες, πυρκαγιές και καταστροφικές πλημμύρες.
Στην επιφάνεια των θαλασσών, η μέση παγκόσμια θερμοκρασία έφτασε τον περασμένο μήνα σε πρωτοφανή επίπεδα για τα καταγεγραμμένα ως σήμερα δεδομένα τον Ιούνιο, σύμφωνα με τελευταία έκθεση της Υπηρεσίας Κλιματικής Αλλαγής του ευρωπαϊκού προγράμματος Copernicus.
Με την κλιματική κρίση να μην αφήνει ανεπηρέαστο κανένα γεωγραφικό μήκος και πλάτος στην επιφάνεια του πλανήτη, τα βλέμματα πολλών στρέφονται τώρα ανήσυχα στα βάθη των ωκεανών.
Εκεί, όπου μέρος της μεταλλευτικής βιομηχανίας -και όχι μόνο- υποστηρίζει ότι μπορεί να βρίσκεται κρυμμένο το μέλλον της πράσινης μετάβασης.
Στο «στόχαστρο» βρίσκονται τα λεγόμενα πολυμεταλλικά οζίδια: μικρού μεγέθους συσσωρεύσεις σωματιδίων, που βρίσκονται στον πυθμένα ωκεανών.
Σχηματίστηκαν με το πέρασμα των αιώνων. Και όπως υποδηλώνει το όνομά τους, αποτελούν ένα μείγμα μετάλλων.
Περιέχουν κυρίως μαγγάνιο -στοιχείο που δεν έχει βρεθεί ελεύθερο στη φύση- αλλά και άλλων μετάλλων, όπως νικέλιο, χαλκό και κοβάλτιο.
Είναι πολύτιμα στην κατασκευή προϊόντων τεχνολογίας -όπως smartphones και tablets- καθώς και στην πράσινη ενέργεια, όπως σε ανεμογεννήτριες, μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων και ηλιακούς συλλέκτες.
Τα εν λόγω οζίδια άρχισαν να προσελκύουν το ενδιαφέρον των βιομηχανικών χωρών από τις δεκαετίες κιόλας του 1960 και 1970, ως σημαντική πηγή πρώτων υλών.
Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες μέχρι να αναπτυχθεί η τεχνολογία για την εξόρυξή τους. Μέχρι και σήμερα παραμένει αμφιλεγόμενη και δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί.
«Μπαταρία σε πέτρα»
Συνήθως καλυμμένα από ένα λεπτό στρώμα ιζήματος, παρέχοντας ενδιαιτήματα για θαλάσσια ζωικά είδη όπως σπόγγους και κοράλλια, τα πολυμεταλλικά οζίδια βρίσκονται πάνω στον πυθμένα της αβύσσου, σε βάθη έως και 6.000 μέτρων.
Σχηματίζονται από μεταλλικές ενώσεις διαλυμένες στο θαλασσινό νερό, που εναποτίθενται σταδιακά σε ένα είδος πυρήνα.
Αυτός μπορεί να είναι οτιδήποτε: από ένα δόντι καρχαρία, έως θραύσματα κοχυλιών.
Η ανάπτυξή τους είναι εξαιρετικά αργή. Αυξάνονται σε μέγεθος μόνο κατά μερικά χιλιοστά ανά ένα εκατομμύριο χρόνια.
«Προκύπτει ότι μπορούν να σχηματιστούν μόνο εκεί όπου επικρατούσαν οι ίδιες περιβαλλοντικές συνθήκες για μεγάλες χρονικές περιόδους», παρατηρεί έκθεση του World Ocean Review.
Απαντώνται, δε, σε μεγαλύτερη αφθονία κυρίως σε τέσσερις ζώνες.
Η μια εκτείνεται μεταξύ των δυτικών ακτών του Μεξικού και της Χαβάης, σε μια περιοχή έκτασης περίπου εννέα εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων -λίγο μικρότερη από αυτή της Ευρώπης.
Μια δεύτερη είναι στα ανοικτά των ακτών του Περού και εκτιμάται ότι έχει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μαγγανίου.
Μια τρίτη θαλάσσια περιοχή είναι στον κεντρο-δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό, με έκταση 750.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Η τέταρτη είναι ο Ινδικό Ωκεανό, με μικρή ωστόσο ποσότητα οζιδίων: περίπου πέντε χιλιόγραμμα ανά τετραγωνικό μέτρο.
Μέχρι σήμερα έχει αδειοδοτηθεί μόνο η έρευνα και δοκιμαστικές εξορύξεις.
Καθώς όμως αυξάνεται η ζήτηση για αυτά τα μέταλλα -και κυρίως για μαγγάνιο- τόσο εντείνεται το ενδιαφέρον για την εκμετάλλευσή τους.
Ήδη η καναδική εταιρεία The Metals Company -που αποκαλεί τα οζίδια μαγγανίου «μπαταρίες σε μια πέτρα»- δηλώνει έτοιμη να προχωρήσει σε ευρείας κλίμακας εξορύξεις βαθέων υδάτων.
Έχει βρει σε αυτό «σύμμαχο» τη νησιωτική χώρα του Ναούρου, στον Ειρηνικό, που έχει κινήσει τις σχετικές διαδικασίες από το 2021.
«Βουτιά» σε νομικό κενό
Εξελίξεις στο θέμα αναμένονται εντός της εβδομάδας. Αν και κατά πως φαίνεται… κατόπιν εορτής.
Μέχρι στιγμής, δεν έχει καθοριστεί το νομικό πλαίσιο για εξορύξεις αυτού είδους, και δη σε περιοχές βαθέων υδάτων που δεν εμπίπτουν στις εθνικές δικαιοδοσίες.
Κατόπιν της επίσημης αίτησης του Ναούρου, η Διεθνής Αρχή Θαλάσσιων Βυθών (ISA) -ένας ελάχιστα γνωστός διακυβερνητικός οργανισμός, με έδρα το Κίνγκστον στη Τζαμάικα- κλήθηκε να ολοκληρώσει την επεξεργασία και την έγκριση των απαραίτητων κανονισμών για την εξόρυξη βαθέων υδάτων.
Η προβλεπόμενη διορία για την ολοκλήρωση της διαδικασίας ήταν εντός δύο ετών.
Αυτή εξέπνευσε στις αρχές Ιουλίου, παραμονές μιας μαραθώνιας συνόδου της ISA, που θα ολοκληρωθεί στα τέλη αυτής της εβδομάδας.
Τώρα ο διακυβερνητικός οργανισμός είναι υποχρεωμένος να εξετάσει -αν και όχι απαραίτητα να χορηγήσει- την αδειοδότηση εργασιών εξόρυξης.
Με το ρυθμιστικό πλαίσιο ελλιπές -καλύπτοντας μέχρι σήμερα μόνο τις έρευνες και όχι τις εξορύξεις βαθέων υδάτων- τα διχασμένα μέλη της ISA βρίσκονται προ κρίσιμων διλημμάτων.
Επί της ουσίας συνοψίζονται στο εάν μπορεί να επιτραπούν αυτού του είδους οι εξορύξεις ελλείψει κανονισμών και επαρκών επιστημονικών δεδομένων για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις ή να επιβληθεί μορατόριουμ, έστω και προσωρινά.
Την τελευταία αυτή επιλογή φέρονται ωστόσο να υποστηρίζουν μόλις 21 από τα συνολικά 167 κράτη μέλη της ISA.
Πολλοί επιστήμονες και ΜΚΟ εν τω μεταξύ καταγγέλλουν τη Διεθνή Αρχή για υποκριτική στάση, καθώς ανοίγει με την κωλυσιεργία της την «κερκόπορτα» για εμπορικές εκμεταλλεύσεις πρώτων υλών στον πυθμένα των διεθνών υδάτων.
Αυτά, ενώ τα βαθέα ύδατα και οι πόροι τους υπόκεινται στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Πράγμα που σημαίνει ότι αποτελούν κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας και η όποια εκμετάλλευσή τους θα πρέπει να είναι προς το συνολικό καλό και όφελός της.
Παραμένει ωστόσο εξαιρετικά αμφίβολο εάν αυτού του είδους οι εξορύξεις συνάδουν με την Ατζέντα 2030 του ΟΗΕ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη.
Τουναντίον…
Πολλοί κίνδυνοι, αμφίβολα οφέλη
Οργανώσεις και ειδικοί προειδοποιούν ότι η αμφιλεγόμενη πρακτική θα μπορούσε να προκαλέσει μόνιμη βλάβη στο θαλάσσιο οικοσύστημα.
Πολλώ μάλλον σε ένα σκέλος του, για το οποίο υπάρχουν πολλά που ακόμη δεν γνωρίζουμε.
Υπολογίζεται ότι περίπου το 90% των ζωικών ειδών στην πλούσιας βιοποικιλότητας βαθιά θάλασσα μας είναι ακόμη άγνωστα.
Δεν ξέρουμε τι ακριβώς ρόλο έχουν στο οικοσύστημα και πώς μια πιθανή εξάλειψη μέρους τους -μέσω των εξορύξεων βαθέως ύδατος- θα μπορούσε να διαταράξει περαιτέρω τις ήδη εύθραυστες ισορροπίες στον πλανήτη.
Οι μέθοδοι εξόρυξης που έχουν αναπυχθεί συνίστανται σε συσκευές συλλογής, που σύμφωνα με το ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα Mining Impact δεν «ρουφούν» μόνο τα πολυμεταλλικά οζίδια, αλλά και οργανισμούς που βρίσκονται πάνω και μέσα στα ιζήματα.
Σε κάθε περίπτωση, με τη συλλογή των οζιδίων θα χαθούν ενδιαιτήματα για ζωϊκούς πληθυσμούς, που στην καλύτερη των περιπτώσεων θα συρρικνωθούν σε αριθμό και στη χειρότερη θα εκλείψουν.
Παραμένουν άγνωστες επίσης οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει ο παραγόμενος κατά τις εξορύξεις θόρυβος σε διάφορα θαλάσσια είδη, καθώς και το «νέφος» ιζημάτων.
Μη κυβερνητικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι διακυβεύεται μέχρι και η δυνατότητα των ωκεανών να απορροφούν το διοξείδιο του άνθρακα, δημιουργώντας έτσι έναν νέο φαύλο κύκλο στην κλιματική αλλαγή.
Πρόσφατη έκθεση του γερμανικού Ινστιτούτου Öko εν τω μεταξύ, που έγινε για λογαριασμό της οργάνωσης Greenpeace, οι εξορύξεις στα βάθη των θαλασσών δεν κρίνονται καν απαραίτητες για την πράσινη μετάβαση.
«Παρατηρείται μια τάση προς άλλα υλικά και πρώτες ύλες», εξηγεί το ινστιτούτο.
«Η τάση αυτή είναι πολύ πιθανό να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, δεδομένης της ταχείας προόδου της έρευνας για τις μπαταρίες ηλεκτροκίνησης», επισημαίνει.
«Εάν οι κυβερνήσεις είναι σοβαρές», ανέφερε σε δήλωση ο Φρανσουά Σαρτιέ, υπεύθυνος του γαλλικού τμήματος της Greenpeace για θέματα ωκεανών, «πρέπει να πουν όχι στην εξόρυξη βαθέων υδάτων. Χωρίς αν. Χωρίς αλλά».
[Πηγή:]www.in.gr