Νέο «αέρα» φέρνει η καινοτομία στις φαρμακευτικές εταιρίες που αναζητούν τρόπους να καλύψουν ανικανοποίητες ιατρικές ανάγκες με την ανάπτυξη θεραπειών για ασθένειες που δεν έχουν θεραπεία ή για ανάπτυξη θεραπειών σε παθήσεις που οι υπάρχουσες θεραπείες δεν είναι αρκετές. Στην υπηρεσία αυτού του στόχου μπαίνει και η τεχνητή νοημοσύνη, η οποία βοηθά στη στόχευση κατά συγκεκριμένων παραμέτρων που χαρακτηρίζουν τις νόσους.
Η επιβεβαίωση της αποτελεσματικότητας έρχεται από τις κλινικές μελέτες, για τις οποίες η φαρμακευτική βιομηχανία επενδύσει αρκετά δισεκατομμύρια.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα δεν «πιάνει» και τα καλύτερα σκορ, αφού σχεδόν μία στις τέσσερις νέες καινοτόμες θεραπείες μόνο, είναι διαθέσιμες χωρίς περιορισμούς στους ασθενείς που τις χρειάζονται, ενώ από τα 44 δις ευρώ που επενδύονται στην Ευρώπη για κλινικές μελέτες, η χώρα μας δεν απορροφά ούτε κάν 100 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Κι αυτό τη στιγμή που θα μπορούσε άμεσα να φτάσει σε έσοδα 500 εκατ. ευρώ το χρόνο από τις κλινικές μελέτες, δίνοντας ώθηση 1,1 δις. ευρώ στο ΑΕΠ της χώρας.
Στα παραπάνω αναφέρθηκε ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) αρμόδιος για θέματα επιστημονικών και κλινικών μελετών Δημήτρης Αναγνωστάκης σε συνέντευξή του στο in.gr.
Ποιο είναι το κυρίαρχο στοιχείο της καινοτομίας στο φάρμακο την περίοδο που διανύουμε;
Θα έλεγα πως είναι … η καινοτομία στον τρόπο που η φαρμακευτική βιομηχανία προσεγγίζει την καινοτομία στο φάρμακο. Για να γίνω πιο σαφής, θα σας δώσω 3 παραδείγματα της καινοτόμου αυτής προσέγγισης.
- H εφαρμογή ανοιχτών μοντέλων καινοτομίας. Τα μοντέλα αυτά διαφεύγουν από τα παραδοσιακά μοντέλα εσωτερικής έρευνας των καινοτόμων φαρμακευτικών εταιρειών και εφαρμόζουν πρωτόκολλα συνεργατικότητας είτε ανάμεσα σε καινοτόμες φαρμακευτικές εταιρείες, είτε ανάμεσα σε φαρμακευτικές εταιρείες και εταιρείες που καινοτομούν σε άλλους κλάδους, είτε ανάμεσα σε συμπράξεις των φαρμακευτικών εταιρειών με πανεπιστήμια και άλλους ερευνητικούς φορείς. Τέτοιο παράδειγμα μπορώ να σας αναφέρω τη συνεργασία της Boehringer Ingelheim με την ZEISS για την αναζήτηση αλγορίθμων που θα βοηθήσουν στον την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της τύφλωσης.
- Η εφαρμογή εξατομικευμένων θεραπειών. Στην εξατομικευμένη θεραπεία ο καθορισμός του σχεδιασμού της θεραπείας γίνεται μέσα από μια μοναδική για τον κάθε ασθενή προσέγγιση με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά ενός ασθενούς πχ τα γονίδια του οι βιοδείκτες του, οι συμπεριφορές που ο ίδιος ο ασθενής προτιμά καθώς και η επίδραση του περιβάλλοντος , και φυσικά το προηγούμενο ιστορικό θεραπείας,. Ο καινοτόμος αυτός τρόπος προσέγγισης χρησιμοποιείται για τη βελτιστοποίηση των φαρμακευτικών θεραπειών. Έτσι γίνεται φανερό ότι με τις εξατομικευμένες θεραπείες αντιμετωπίζονται επιλεγμένες ομάδες ασθενών με φάρμακα που ανταποκρίνονται στο συγκεκριμένο γενετικό προφίλ των κυττάρων τους. Για παράδειγμα, έχουν αναπτυχθεί ειδικοί παράγοντες για ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο του πνεύμονα, των οποίων ο όγκος παρουσιάζει ένα συγκεκριμένο γενετικό προφίλ. Τα φάρμακα αυτά έχουν την ιδιότητα να δρουν αποκλείοντας κάποιες γονιδιακές μεταλλάξεις, αναστέλλοντας έτσι τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων.
- Η εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης στην έρευνα και ανάπτυξη καινοτόμων φαρμάκων. Οι καινοτόμες εταιρείες έχουν μετατοπίσει την έρευνα στην ανεύρεση καινοτόμων θεραπειών στο επίπεδο της ανεύρεσης στόχου (target-centered approach). Αναπτύσσονται φάρμακα και εμβόλια, τα οποία αποβλέπουν να επιφέρουν τη βέλτιστη αποτελεσματικότητα στους ασθενείς, συσχετίζοντας τις κλινικές και μοριακές πληροφορίες, προκειμένου να κατανοηθεί η βιολογική βάση της νόσου. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται μοντέλα ανοιχτής καινοτομίας για τη συνεργασία εταιρειών από διαφορετικούς τομείς. Τέτοιο παράδειγμα μπορώ να σας αναφέρω τη συνεργασία της Boehringer Ingelheim με την Google για την αναζήτηση αλγορίθμων που θα βοηθήσουν στον προσδιορισμό των θεραπευτικών στόχων και την εφαρμογή τους σε κβαντομηχανικούς υπολογιστές. Με τον τρόπο αυτό θα παίρνουμε απαντήσεις σε επιστημονικά ερωτήματα μέσα σε 10 λεπτά εκεί που κάποτε χρειαζόμασταν 3 χρόνια. Η τεχνητή νοημοσύνη όμως ξεκίνησε την απόβαση της στο πιο δύσκολο τμήμα της ανάπτυξης ενός φαρμάκου, εκείνο των κλινικών μελετών. Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης σε κλινικές μελέτες βρίσκεται στη σχετική αρχή της. Ωστόσο, είναι ένα ταχέως εξελισσόμενο πεδίο. Καθώς οι ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο παρέχουν περισσότερα καθοδήγηση σχετικά με την αποδοχή της τεχνητής νοημοσύνης σε συγκεκριμένους τομείς, αναμένουμε ότι το εύρος χρήσης θα διευρυνθεί και ο όγκος της εφαρμογής θα αυξηθεί γρήγορα. Η τεχνητη νοημοσύνη εφαρμόζεται σημερα άμεσα στις σπάνιες νόσους
Πόσο η καινοτομία έχει συμβάλει στην κάλυψη ανικανοποίητων ιατρικών αναγκών;
Σας ευχαριστώ που θέτετε σωστά το θέμα της συσχέτισης της καινοτομίας με τις ανικανοποίητες ιατρικές ανάγκες. Διότι η έννοια της μη ικανοποιούμενης ιατρικής ανάγκης διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων από τις ρυθμιστικές αρχές, τις υπηρεσίες αξιολόγησης τεχνολογίας υγείας (ΗΤΑ), τα ασφαλιστικά ταμεία, τους ακαδημαϊκούς και φυσικά τους ίδιους τους ασθενείς και επομένως και τη φαρμακευτική βιομηχανία. Ο χαρακτηρισμός μιας συγκεκριμένης πάθησης ή μιας περιοχής ασθενειών ως ανικανοποίητη ιατρική ανάγκη έχει ως στόχο να σηματοδοτήσει τη σημασία της πολιτικής για την υγεία, να τονώσει τις ερευνητικές δραστηριότητες και να παράσχει κίνητρα για την ανάπτυξη καινοτόμων θεραπειών σε αυτούς τους τομείς.
Εδώ λοιπόν έρχεται η καινοτομία η οποία έμπρακτα έχει συμβάλει στην κάλυψη των ανικανοποίητων αναγκών. Και δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη από την αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης, τόσο σε γενικό επίπεδο, όσο και σε απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις από τον καρκίνο και τα καρδιομεταβολικά νοσήματα, μέχρι τις πιο σπάνιες νόσους. Ειδικότερα τα μοντέλα ανοικτής καινοτομίας έχουν συμβάλλει όχι μόνο στη βελτίωση της υγείας, και συνεπώς την αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης, αλλά και στη διατήρηση της λειτουργικότητάς τους και στην ανεμπόδιστη κοινωνική τους ένταξη, παράγοντες που ασφαλώς επηρεάζουν θετικά την ποιότητα ζωής των ανθρώπων που ζουν με την ασθένεια.
Η καινοτομία, μας έχει βοηθήσει καταρχάς να αναζητούμε την κατανόηση των ασθενειών με ένα διαφορετικό τρόπο -έξω από τα μέχρι σήμερα συμβατικά όρια. Αυτό μας έφερε ως αποτέλεσμα νέες -πιο στοχευμένες- θεραπείες, οι οποίες πριν από κάποια χρόνια θα θεωρούνταν αδιανόητες. Για παράδειγμα ερευνώντας το διαβήτη με φρέσκια ματιά σήμερα, απομακρυνόμαστε από το γλυκοκεντρικό μοντέλο. Μόνο έτσι καταφέραμε να κατανοήσουμε ότι το νόσημα είναι Καρδιο-νεφρο-μεταβολικό. Και αυτό μας έφερε νέα γενιά φαρμάκων. Ως αποτέλεσμα, της ευρύτερης κάλυψης των ανικανοποίητων ιατρικών αναγκών, η διαχείριση των νοσημάτων από τα συστήματα υγείας γίνεται καλύτερα, διότι μειώνεται ο συνολικός φόρτος της ασθένειας, μειώνονται οι ανάγκες για εισαγωγή στα νοσοκομεία και γίνεται καλύτερη διαχείριση των συννοσηροτήτων, καθώς και των επιπλοκών των νοσημάτων.
Από τα νέα μόρια που έχουν εγκριθεί την τελευταία 5ετία, πόσα έχουν φτάσει στη χώρα και πόσα αποζημιώνονται;
Εδώ τα νούμερα δυστυχώς δεν μας βοηθούν και χρήζουν μεγάλων περιθωρίων σοβαρής Βελτίωσης. Τι μας λένε οι αριθμοί; Την περίοδο μεταξύ 2018-2021 ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων ενέκρινε 168 νέες θεραπείες. Από αυτές μόνο 90 είναι διαθέσιμες προς το παρόν στη χώρα μας. Περισσότερα από τα μισά από τα καινοτόμα αυτά φάρμακα βρίσκονται σε καθεστώς περιορισμένης διαθεσιμότητας ή αποζημίωσης. Οι αριθμοί επίσης καταδεικνύουν ότι ένας ασθενής θα πρέπει να περιμένει κατά μέσο όρο 674 ημέρες μέχρι να αποκτήσει πρόσβαση στο φάρμακο που χρειάζεται. Ο αντίστοιχος Γερμανός ασθενής χρειάζεται μόνο 128 ημέρες. Έτσι μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στη χώρα μας έχουμε καινοτομία στην υγεία από τη σκοπιά της φαρμακευτικής κάλυψης. Υπολειπόμαστε όμως από το αντίστοιχο επίπεδο των χωρών της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης.
Τι ρόλο παίζουν για την καινοτομία οι κλινικές μελέτες;
Τα στοιχεία που δημιουργούνται από τις κλινικές μελέτες είναι ευρέως αποδεκτά και πιθανά θα παραμείνει ως χρυσό πρότυπο για την ανάπτυξη ασφαλών και αποτελεσματικών φαρμάκων, παρά τη μακροχρόνια αναγνώριση των μεγάλων επενδύσεων και των υψηλών κινδύνων που συνεπάγεται για τις φαρμακευτικές εταιρείες.
Θα πρέπει όλοι να κατανοήσουμε ότι χωρίς κλινικές μελέτες δεν υπάρχει υπεύθυνη καινοτομία. Υπάρχουν απλά δημιουργήματα του εργαστηρίου. Όλοι οι ενδιαφερόμενοι προσδοκούν στην ανεύρεση του «καλύτερου» ως εχθρό του (ήδη) «καλού». Η πίεση αυτή αυξάνεται αφενός μεν από την αύξηση του προσδόκιμου ζωής- που όμως ταυτόχρονα αφήνει να αναδύονται περισσότερο οι χρόνιες παθήσεις- και αφετέρου, δε, από τις δυνατότητες της καλύτερης διάγνωσης. Οι κλινικές μελέτες είναι εκείνες που θα καταδείξουν όχι μόνο την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του φαρμάκου στον ασθενή, αλλά το κατά πόσο ο στόχος να καλυφθεί η ανικανοποίητη ιατρική ανάγκη, επιτεύχθηκε. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κλινικές μελέτες καταδεικνύουν την αξία της καινοτομίας.
Κάτω από το πρίσμα αυτό, εφόσον η καινοτομία αποτελεί αναπτυξιακό εργαλείο, οι κλινικές μελέτες που αποτελούν τον καθρέπτη της καινοτομίας στην πορεία για την τεχνολογία αξιολόγησης τους, αποτελούν εξίσου αναπτυξιακό εργαλείο: Πράγματι, σήμερα είναι ευρέως παραδεκτό ότι η κλινική έρευνα ανήκει στις υγιείς εκείνες επενδύσεις που χαρακτηρίζονται από εξαιρετικά υψηλή προστιθέμενη αξία για την πραγματική οικονομία. Και τούτο διότι εξασφαλίζει ταχεία πρόσβαση των ασθενών σε νέες θεραπείες, εισάγει ερευνητική τεχνογνωσία προσφέρει, διαρκή εκπαίδευση και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού σε εξειδικευμένους τομείς, ενισχύει την εθνική οικονομία με εισροή σημαντικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, και φυσικά νέες θέσεις εργασίας. Η ανάπτυξη της κλινικής έρευνας είναι αναγκαίο μονοπάτι για την εισαγωγή της καινοτομίας μαζί με την τεχνογνωσία και γι’ αυτό μπορεί να αποτελέσει μέγιστο μοχλό ανάπτυξης για την Ελλάδα.
Ποια είναι η πορεία των κλινικών μελετών την τελευταία 5ετία
Στην πλειονότητά τους οι κλινικές μελέτες που διενεργούνται στη χώρα μας είναι συνήθως φάσης ΙΙ και ΙΙΙ και αφορούν διάφορες θεραπευτικές κατηγορίες. Την τελευταία πενταετία, έχουν εγκριθεί συνολικά περίπου 950 νέες κλινικές μελέτες στη χώρα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΦ, το 2022 εγκρίθηκαν 262 κλινικές μελέτες – 232 που αφορούν σε φάρμακα και 30 σε ιατροτεχνολογικά και διαγνωστικά προϊόντα – παρουσιάζοντας αύξηση 14,85% από το 2021. Έτσι λοιπόν παρατηρούμε μια σημαντική αύξηση κατά 50,6%.σε σχέση με το 2019, (εποχή προ Covid).
Σύμφωνα με την πληροφόρηση από τον ΕΟΦ, το 2023 είχαμε μια σημαντική άνοδο του επιπέδου του 20% στις αιτήσεις που κατατέθηκαν για τη διεξαγωγή κλινικών μελετών στην Ελλάδα: Υποβλήθηκαν 298 αιτήσεις, έναντι των 247 που είχαν υποβληθεί το 2022
Ο αριθμός των κλινικών μελετών που γίνονται επι ελληνικού εδάφους υπολείπεται σημαντικά συγκριτικά με χώρες όπως π.χ. το Βέλγιο, η Αυστρία, ή Ουγγαρία. Πρόκειται για χώρες με παραπλήσιο πληθυσμό με τον δικό μας. Όπως γνωρίζετε, στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπολογίζεται ότι λαμβάνουν χώρα περίπου 4.000 κλινικές μελέτες το χρόνο. Η χώρα μας συμμετέχει σε λιγότερες από 200 από αυτές. Με άλλα λόγια, στην Ευρώπη επενδύονται ετησίως πάνω από 44 δις ευρώ σε R&D όμως η Ελλάδα απορροφά μόλις περί τα 100 εκατομμύρια το χρόνο
Κι όμως, σύμφωνα με μελέτες εκτίμησης διαφόρων φορέων, η επένδυση για κλινικές μελέτες στην χώρα μας θα μπορούσε να φτάσει τα 500 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Και αυτό θα είχε σύμφωνα με τις μελέτες, άμεση θετική επίπτωση στο ΑΕΠ (αύξηση 1,1 δισ. ευρώ), στα φορολογικά έσοδα (αύξηση 270 εκατ. ευρώ) και φυσικά σε θέσεις εργασίας (23.000 νέες θέσεις). Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να γίνει πιο ανταγωνιστική και ελκυστική σε επενδύσεις για κλινική έρευνα.
Ποιο είναι το περιβάλλον διενέργειας κλινικών μελετών στη χώρα;
Όπως γνωρίζετε, το περιβάλλον μέσα στο οποίο πραγματοποιούνται οι διεθνείς κλινικές μελέτες είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Προκειμένου μια πολυεθνική εταιρεία να επιλέξει τις χώρες στις οποιες θα πραγματοποιηθεί η μελέτη, λαμβάνει σοβαρά υπ όψη της πολλαπλά κριτήρια: Πέρα από την επιστημονική επάρκεια και εμπειρία του επιστημονικού προσωπικού, οι παράμετροι της επάρκειας συνεισφοράς ως προς τον αριθμό των συμμετεχόντων στη μελέτη, η ταχύτητα πραγματοποίησης της (χωρίς εκπτώσεις στην αξιοπιστία και την ποιότητα) και φυσικά το κόστος διεξαγωγής της μελέτης στην κάθε χώρα, ξεχωριστά. Εάν αυτά τα κριτήρια ικανοποιηθούν επαρκώς, τότε οι χώρες μπαίνουν μέσα στο καλάθι προτίμησης των επενδυτικών δραστηριοτήτων των μητρικών εταιρειών για την διεξαγωγή κλινικών μελετών.
Η αξιοποίηση τέτοιων ευκαιριών για την Ελλάδα εξακολουθεί να χρήζει πολλών περιθωρίων βελτίωσης. Ο ΣΦΕΕ έχει αναφερθεί αρκετές φορές και σε πολλαπλά επίπεδα στην πολυπλοκότητα και τη γραφειοκρατία που παρατηρούνται κατά τη διάρκεια των διαδικασιών έγκρισης και διεξαγωγής των κλινικών μελετών στη χώρα μας.
Αναφέρθηκα παραπάνω στην ανάγκη ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης στις κλινικές μελέτες. Δινοντας κίνητρα για την καινοτομία και τις κλινικές μελέτες, η Ε.Ε. θα ανακτήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητά της έναντι των ΗΠΑ, αλλά και της Κίνας, στην προσέλκυση διεθνών επενδύσεων για κλινική έρευνα.
Στα πλαίσια αυτά πρέπει να αναφερθεί ότι στόχος του Νέου Ευρωπαϊκού Κανονισμού, είναι η ενίσχυση της επίβλεψης και εναρμόνισης σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), η μείωση της γραφειοκρατίας, η απλοποίηση των διαδικασιών, η αύξηση της ταχύτητας των εγκρίσεων, η διαφάνεια και η συντονισμένη αξιολόγηση των δεδομένων ασφαλείας των υπό διερεύνηση φαρμάκων. Ο Κανονισμός μπορεί να επιταχύνει δραστικά την κλινική έρευνα στην Ε.Ε. και, φυσικά, στην Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι η εφαρμογή του συνδυαστεί με αλλαγή νοοτροπίας σε όλο το φάσμα της κλινικής έρευνας.
Και δεν θα κουραστώ να τονίζω τη μεγάλη ευκαιρία που έχει η χώρα μας στο να καταστεί ελκυστικός τόπος για τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών. Πέρα από τη μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας αποτελεί, μια σημαντική δυνατότητα για τους ασθενείς να αποκτήσουν άμεση πρόσβαση στις πλέον σύγχρονες θεραπευτικές επιλογές, που διαθέτει η φαρέτρα της φαρμακευτικής βιομηχανίας σήμερα. Στα πλαίσια αυτά ο ΣΦΕΕ σε συνεργασία με την PwC ολοκλήρωσε και παρουσίασε στην πολιτεία μελέτη που συνέκρινε τις καλές πρακτικές άλλων χωρών για την προσέγγιση κλινικών μελετών. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, θα πρέπει να διευκολυνθεί περαιτέρω η συμμετοχή των ασθενών, να απλοποιηθούν οι διαδικασίες, να μειωθεί η γραφειοκρατία και να βελτιωθεί ο χρόνος των εγκρίσεων. Να δοθούν περισσότερα κίνητρα για έρευνα και ανάπτυξη, και τέλος να υπάρξει κατάλληλη εκπαίδευση του διοικητικού προσωπικού των νοσοκομείων
[Πηγή:]www.in.gr