Στο εδώλιο του κατηγορούμενου κάθισε ο 54χρονος συζυγοκτόνος με τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οπλοφορίας και οπλοχρησίας.
Οι δραματικές στιγμές της δολοφονίας μιας 43χρονης γυναίκας από τον σύζυγό της, τον Αύγουστο του 2021 στη Σωτηρίτσα της Λάρισας, αναβίωσαν σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου όπου εκδικάστηκε η υπόθεση.
Στο εδώλιο του κατηγορούμενου κάθισε ο 54χρονος συζυγοκτόνος με τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οπλοφορίας και οπλοχρησίας.
Ο 54χρονος είχε γνωρίσει και παντρευτεί την 43χρονη, όταν η γυναίκα ήταν μόλις 18 ετών και στη συνέχεια απέκτησαν μαζί τρία παιδιά.
Η οικογένεια κατοικούσε στην Αθήνα αλλά η 43χρονη πήγαινε τα καλοκαίρια στα παράλια της Λάρισας και βοηθούσε στην οικογενειακή επιχείρηση ταβέρνα – ουζερί, που διατηρούσε ο αδελφός της.
Το πρωί της 3ης Αυγούστου όμως αποδείχθηκε μοιραίο για την άτυχη γυναίκα.
Γύρω στις 10.30 π.μ. ο κατηγορούμενος έφτασε στην ταβέρνα και πυροβόλησε 7 με 8 φορές την 43χρονη.
Ο 54χρονος στη συνέχεια κάλεσε την ΕΛ.ΑΣ., με αστυνομικούς του Α.Τ. Αγιάς να τον συλλαμβάνουν στον τόπο του εγκλήματος.
«Σκότωσα την γυναίκα μου γιατί ήταν άπιστη», είπε στην αστυνομία ο δράστης του φονικού, σύμφωνα με την κατάθεση ενός εκ των αστυνομικών που βρέθηκε από τους πρώτους στον τόπο του εγκλήματος. Εκτός από τον αστυνομικό, στο δικαστήριο κατέθεσαν σήμερα τα δυο από τα τρία παιδιά του ζευγαριού, όπως και η ηλικιωμένη μητέρα του θύματος. Η δίκη διακόπηκε αργά το μεσημέρι και θα συνεχιστεί την επόμενη Παρασκευή 25 Νοεμβρίου.
«Αγαπούσε τη μητέρα μου, ήταν μια λάθος στιγμή»
Στην κατάθεση του ο ένας από τους γιους της δολοφονημένης γυναίκας είπε πως ήταν πεπεισμένος ότι η μητέρα του είχε εξωσυζυγική σχέση, αλλά ήταν καλή μητέρα.
Ανέφερε, μάλιστα, πως είχε βρει ο ίδιος και σημείωμα από τον εραστή της.
Στις επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις της Εισαγγελέα, απάντησε ότι δεν δικαιολογείται η πράξη του πατέρα του, ο οποίος, όπως είπε, λάμβανε ψυχιατρική αγωγή και έπαιρνε φάρμακα.
Ωστόσο, ο νεαρός σημείωσε πως όταν τον ρώτησε «γιατί το έκανες πατέρα», εκείνος απάντησε γιατί δεν πήρε τα φάρμακα του.
Επίσης, είπε πως η μητέρα του έβρισε τον πατέρα του. «Και επειδή τον έβρισε, την σκότωσε», ρώτησε η εισαγγελέας, με τον μάρτυρα να απαντά πως όλα συνέτειναν για το έγκλημα, δηλαδή τα φάρμακα, ο καυγάς με την βρισιά και όλη η κατάσταση. Ο νεαρός έφτασε στην Σωτηρίτσα το απόγευμα της ημέρας που έγινε το φονικό.
Είπε πως τον τελευταίο ενάμιση χρόνο η μητέρα του έλειπε συχνά από το σπίτι τους, στο Περιστέρι, για να βρίσκεται στο χωριό.
Ο συνήγορος υπεράσπισης, εξετάζοντας τον μάρτυρα, είπε πως ο θύτης είχε απώλεια συνείδησης και ψύχωση, εξαιτίας της οποίας είχε ξεκινήσει τσιγάρο και ποτό.
Ο γιος του ζευγαριού είπε ότι ο πατέρας του υποψιαζόταν πως η μητέρα του είχε εξωσυζυγικές σχέσεις και το διαπίστωσε όταν είχε γίνει κλοπή στο ψιλικατζίδικο που διατηρούσαν παλιότερα. Είχε βάλει “κοριό” στο καρτοτηλέφωνο του ψιλικατζίδικου και άκουσε τον εραστή της. Ο νεαρός είπε πως ο πατέρας του αγαπούσε την μητέρα του και ο φόνος ήταν μια λάθος στιγμή. «Δεν το ήθελε», υποστήριξε.
«Ασημίνα σήκω, ο μπαμπάς σκότωσε τη μαμά»
Ακολούθησε η κατάθεση της κόρης του ζευγαριού, η οποία είπε ότι ο πατέρας της δούλευε στα ΕΛΤΑ και ήταν μια συνηθισμένη οικογένεια με οικονομικά προβλήματα και καυγάδες σε τραπέζια για καθημερινά ζητήματα.
Η ίδια δεν άκουσε ποτέ τον πατέρα της να κατηγορεί τη μητέρα της για απιστία.
Όπως είπε, ο πατέρας της τον τελευταίο χρόνο την υποψιαζόταν για παράλληλη σχέση, όταν πήγε η σύζυγός του στο χωριό να βοηθήσει στην ταβέρνα του αδελφού της.
Ο ίδιος υποστήριζε ότι και στο παρελθόν διατηρούσε παράλληλη σχέση και είχε αποδείξεις. Τα τελευταία 4 χρόνια, σύμφωνα με τη μάρτυρα, η μητέρα της ήταν απόμακρη και ζούσε για μεγάλα διαστήματα στους δικούς της στο χωριό.
«Ήταν απόμακρη, λόγω συμπεριφοράς του πατέρα μου. Τόσο η μητέρα μας, όσο ο πατέρας μας, ήταν πάντα κοντά μας. Όταν έλειπε η μητέρα μου στο χωριό μιλούσαμε καθημερινά. Όταν είχαμε πάει τον Ιούλιο στο χωριό με τον πατέρα και τον αδελφό μου, η μητέρα μου εργαζόταν στην ταβέρνα και ήταν απόμακρη. Δεν ήθελε επαφές με τον πατέρα μου. Ξέραμε από τον πατέρα μου ότι θα πάρουν διαζύγιο. Μας είχε πει πως ίσως υπήρχε κάτι άλλο στη ζωή της. Ο πατέρας είχε πέσει ψυχολογικά, έκλαιγε, έλεγε ότι δεν θέλει να την χάσει», είπε η κόρη του θύτη και του θύματος.
Συνεχίζοντας την κατάθεσή της, ανέφερε πως η μητέρα της, της είχε αποκαλύψει πριν 5 χρόνια περιστατικά βίας από τον πατέρα της και της είχε πει ότι φοβόταν πως εάν έφευγε από το σπίτι θα έκανε κακό στην ίδια ή στα παιδιά τους.
Όταν έγινε η δολοφονία, η κόρη του ζευγαριού βρισκόταν στη Σωτηρίτσα. Είχε πάει με τον πατέρα της και τον μικρό αδελφό της για διακοπές.
«Εγώ κοιμόμουν στο σπίτι που βρίσκεται 500 μέτρα μακριά. Ήρθε ο μικρός αδελφός μου και μου είπε “Ασημίνα σήκω, ο μπαμπάς σκότωσε τη μαμά”. Ο μικρός αδελφός μου ήταν στην ταβέρνα από έξω. Η εικόνα που είδα ήταν την μητέρα μου στο πάτωμα, στον χώρο που πλέναμε τα ποτήρια. Ο πατέρας μου ήταν στην αυλή. Περπατούσε ήρεμα. Η γιαγιά μου ήταν στην κουζίνα και μαγείρευε και είδε τη μαμά νεκρή. Έμαθα ότι το περιστατικό το ηχογραφούσε», είπε στην κατάθεσή της η μάρτυρας. Όταν την ρώτησε ο πρόεδρος για ποιον λόγο ο πατέρας της σκότωσε την μητέρα της, απάντησε:
«Από όσο ξέρω, γιατί του είπε να πας να γ…θείς και εσύ και τα παιδιά σου. Τα τελευταία πέντε έξι χρόνια δεν κοιμόντουσαν μαζί. Μάλλον την σκότωσε γιατί πέσανε όλα μαζί τα προβλήματα», ανέφερε.
Κοιμόταν μέσα στο περιπολικό μετά το έγκλημα
Η ακροαματική διαδικασία συνεχίστηκε με την κατάθεση του αστυνομικού ο οποίο όταν έλαβε κλήση πήγε στον τόπο του φονικού. Όπως είπε, είδε στον δρόμο τον δράστη να σταματάει το περιπολικό και να τους καθοδηγεί.
«Σκότωσα την γυναίκα μου γιατί ήταν άπιστη», είπε στους αστυνομικούς, οι οποίοι όταν έφτασαν στο σημείο προσπάθησαν να συνεφέρουν τη μητέρα του θύματος που βρισκόταν κατάσταση σοκ.
Η ίδια τους είπε πως ο δράστης είχε καταγράψει το συμβάν ηχητικά. «Απαντούσε σε ό,τι τον ρωτούσαμε. Μιλούσε έντονα, αλλά λογικά», είπε ο μάρτυρας και πρόσθεσε πως από το κέντρο επιχειρήσεων ενημερώθηκε ότι ο δράστης κάλεσε την αστυνομία λέγοντας “ελάτε, σκότωσα την γυναίκα μου”.
«Εμένα, μου έκανε εντύπωση πως μέσα στο περιπολικό, στην διαδρομή για Λάρισα, κοιμότανε», κατέθεσε ο αστυνομικός.
“Της έλεγα να κάνει υπομονή”
Η ηλικιωμένη μητέρα της αδικοχαμένης γυναίκας είπε στην κατάθεσή της ότι η 43χρονη είχε μεταβεί στο χωριό για να βοηθήσει στην ταβέρνα, τον Μάρτιο του 2021.
Η ίδια δεν γνώριζε, όπως είπε, ποιες ήταν οι σχέσεις της κόρης με τον γαμπρό της, τον οποίο όμως χαρακτήρισε οξύθυμο και απότομο. “Της έλεγα να κάνει υπομονή. Σε μένα δεν έλεγε τίποτα, αλλά είχα ακούσει από τα παιδιά ότι ότι την χτυπούσε”.
Όπως είπε η ηλικιωμένη γυναίκα, το πρωί της ημέρας που έγινε το φονικό, ο δράστης πήγε στη Λάρισα και επέστρεψε γύρω στις 11.
Εκείνη μαγείρευε στην κουζίνα όταν άκουσε τους πυροβολισμούς, έτρεξε και είδε την κόρη της πεσμένη κάτω, μέσα στα αίματα. “Αρχικά, νόμιζα ότι έσκασε η φιάλη του υγραερίου”, είπε και πρόσθεσε πως δεν είχε ακούσει ποτέ κάτι για εξωσυζυγική σχέση.
“Ο γαμπρός μου νόμιζε ότι η κόρη του είχε σχέση με ένα φίλο του γιου μου, παντρεμένο και με δύο παιδιά”.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου υποστήριξε σε δηλώσεις του ότι ο δράστης είχε αδιάγνωστη ψύχωση, δύο χρόνια πριν το άγριο έγκλημα.
Όπως είπε, το γεγονός ότι ηχογραφούσε επί χρόνια την σύζυγό του, έδειχνε την ψύχωση.
“Εμένα μου είπε πως στο έγκλημα τον ώθησε η απαξίωση και η περιφρόνηση”, τόνισε ο ίδιος.
ΠΗΓΗ: ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.