Νέο εργαλείο δανεισμού για την αγορά τροφίμων ενέκρινε το διοικητικό συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, κρίνοντας πως οι συνεχιζόμενες διαταραχές που έχει προκαλέσει ο πόλεμος σε τρόφιμα και λιπάσματα έχει πυροδοτήσει τη χειρότερη κρίση επισιτιστικής ανασφάλειας από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου του 2007-2008. Τότε, υπολογίζεται πως περίπου 345 εκατ. άνθρωποι αντιμετώπισαν ζωτικές ελλείψεις σε τρόφιμα που απειλούσαν τη ζωή τους.
Νέα έκθεση του ΔΝΤ υπολογίζει τώρα πως 48 χώρες είναι εκτεθειμένες σε πολύ σοβαρές ελλείψεις τροφίμων, σε συνδυασμό με την εκτίναξη των τιμών που ανεβάζει το ύψος του κόστους που καλούνται να καλύψουν στα 9 δισ. δολάρια φέτος και την επόμενη χρονιά. Η εξέλιξη αυτή θα εξαντλήσει τα ήδη χαμηλά αποθέματα και θα λειτουργήσει σαν ένας επιπλέον αποσταθεροποιητικός παράγοντας.
Διαβάστε επίσης – ΔΝΤ: Ο κόσμος θα βγει στους δρόμους εάν δεν μειώσουμε τον πληθωρισμό
«Μόνο για τη φετινή χρονιά υπολογίζουμε πως οι χώρες με την πολύ υψηλή έκθεση θα χρειαστούν έως και 7 δισ. δολάρια για να βοηθήσουν τα πιο φτωχά νοικοκυριά να τα βγάλουν πέρα» υποστήριξε η επικεφαλής του οργανισμού, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα.
Κατάργηση των προστατευτικών μέτρων
Για το σκοπό αυτό το διοικητικό συμβούλιο ενέκρινε ένα νέο παράθυρο δανεισμού για την κάλυψη των ελλείψεων σε τρόφιμα, το οποίο θα λειτουργήσει υπό την σκέπη των τωρινών έκτακτων εργαλείων χρηματοδότησης για τις πιο ευάλωτες χώρες.
Το εν λόγω παράθυρο δανεισμού για τρόφιμα θα παραμείνει ανοιχτό για ένα χρόνο για να στηρίξει επισιτιστικά προγράμματα που θα βοηθήσει τις χώρες «που υποφέρουν από οξεία διατροφική ανασφάλεια, από σοκ στις εισαγωγές τροφίμων ή από σοκ στις εξαγωγές σιτηρών».
Η ανακοίνωση αποφεύγει να αναφερθεί σε συγκεκριμένες χώρες.
Επίσης, το Ταμείο καλεί την παγκόσμια κοινότητα να καταργήσει απαγορεύσεις που έχουν υιοθετήσει κάποιες χώρες στις εξαγωγές τροφίμων για την προστασία του εγχώριου πληθυσμού τους και γενικά στην αποφυγή τακτικών προστατευτισμού. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οι απαγορεύσεις αυτές, ειδικά στα σιτηρά, έχουν συμβάλει σε ποσοστό έως και 9% στο ράλι των διεθνών τιμών.