“Aνοιχτή” στις επιδράσεις του νέου διεθνούς τοπίου που διαμορφώνει η κρίση στην Ερυθρά Θάλλασα είναι η ελληνική οικονομία.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει διαμορφώσει τους αναπτυξιακούς και δημοσιονομικούς της στόχους για το τρέχον έτος, οι οποίοι περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό 2024. Αφορούν σε ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας 2,9%, πληθωρισμό 2,6%, μείωση ανεργίας στο 10,6% και επενδύσεις στο 15,1%. Η παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος τοποθετείται στο 2,1% και η αποκλιμάκωση του χρέους στο 152,3% του ΑΕΠ. Φυσικά, οι παραπάνω στόχοι δεν θα μπορούσαν να συμπεριλαμβάνουν μια ενδεχόμενη κλιμάκωση στην Ερυθρά Θάλασσα, ή όπου αλλού στον πλανήτη, με συνακόλουθη έξαρση των πληθωριστικών πιέσεων, κάθετες αυξήσεις στην ενέργεια, και μία αναβολή της μείωσης των επιτοκίων επ’ αόριστον, δικαιώνοντας τα «γεράκια» της ΕΚΤ.
Ένας τέτοιος «εκρηκτικός» συνδυασμός, με την σειρά του θα επιβαρύνει περαιτέρω μία ήδη επιβραδυνόμενη ευρωπαϊκή οικονομία, θα μειώσει την κατανάλωση και τα δημόσια έσοδα, συμπιέζοντας τα δημοσιονομικά των χωρών. Στους στόχους του προϋπολογισμού, μάλιστα, ήδη περιέχεται η επιβράδυνση της κατανάλωσης για το έτος, από το 2,9% στο 1,3%. Το ποσοστό θα μπορούσε να είναι ακόμα μικρότερο, αν «όλα πάνε στραβά». Πρόβλημα επίσης θα μπορούσε να δημιουργηθεί και στο πεδίο των επενδύσεων, καθώς η παράταση ενός υψηλού επιτοκιακού περιβάλλοντος συνιστά επενδυτική πρόκληση, με τον στόχο του προϋπολογισμού 2024 να θεωρείται αρκετά υψηλός.
Ωστόσο, το οικονομικό επιτελείο δεν είναι απροετοίμαστο για τα απευχόμενα, έχοντας ποσοτικοποιήσει τους κινδύνους, ως οφείλει στις επιταγές της ΕΕ.
Η έκθεση του προϋπολογισμού 2024 συμπεριλαμβάνει και την λεγόμενη ανάλυση ευαισθησίας, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους τους στο υποθετικό σενάριο μείωσης του ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 1% συγκριτικά με το βασικό σενάριο του προϋπολογισμού.
Τι θα σήμαινε λοιπόν για την Ελλάδα μία πιθανή επιδείνωση της διεθνούς μακροοικονομικής συνθήκης και διατήρησης υψηλών επιπέδων του κόστους χρήματος που θα οδηγούσαν το ΑΕΠ σε επέκταση μόλις 1,9% το 2024, κάτι το οποίο συνεπάγεται πως σε τρέχουσες τιμές θα διαμορφωθεί σε 231,5 δισ. ευρώ από 222,8 δισ. ευρώ το 2023, έναντι ονομαστικού ΑΕΠ ύψους 233,8 δισ. ευρώ το 2024 σύμφωνα με το βασικό σενάριο;
H ανάλυση ευαισθησίας σε αυτό το δυσμενές σενάριο, προβλέπει πως θα οδηγούσε σε μείωση των εσόδων κατά 0,5% του ΑΕΠ σε σχέση με το βασικό σενάριο του προϋπολογισμού 2024.
Το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης θα διαμορφωνόταν σε -1,6% του ΑΕΠ έναντι -1,1% του ΑΕΠ, επηρεάζοντας το πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο θα διαμορφωνόταν σε 1,7% του ΑΕΠ έναντι 2,1% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους όρους, ο μειωμένος κατά 1% ονομαστικός ρυθμός μεγέθυνσης θα οδηγούσε σε επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης του 1,13 δισ. ευρώ.
Το οικονομικό επιτελείο, άλλωστε, κάνει σαφές στο κείμενο της έκθεσης του προϋπολογισμού, πως επικρατεί σημαντική αβεβαιότητα από ενδεχόμενη περαιτέρω άνοδο των επιτοκίων, συνδέοντας τους κινδύνους με τον πόλεμο σε Γάζα και Ουκρανία, καθώς η Ερυθρά Θάλασσα δεν είχε προκύψει ακόμα ως πρόβλημα. Λαμβάνοντας υπόψη όλους τους αρνητικούς παράγοντες, έχει προϋπολογιστεί το απευχόμενο σενάριο της περαιτέρω σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, και ως προς την ταχύτητα με την οποία η αύξηση του χρηματικού κόστους θα επιβαρύνει την οικονομική δραστηριότητα, και ως προς την επίδρασή της στην καταναλωτική συμπεριφορά των νοικοκυριών και στην επενδυτική ζήτηση.
To άρθρο Που θα βρούν την ελληνική οικονομία οι επερχόμενες ανακοινώσεις των ευρω – επιτοκίων δημοσιεύτηκε στο NewsIT .
[Πηγή:]www.newsit.gr