Ενα από τα πρώτα εμβόλια που αναπτύχθηκαν σε χρόνο – ρεκόρ και εγκρίθηκαν εξίσου γρήγορα για χρήση κατά τη διάρκεια της πανδημίας του νέου κορονοϊού ήταν αυτό της βρετανο-σουηδικής AstraZeneca, με την εμπορική ονομασία Vaxzevria.
Το 2021, πρώτη χρονιά ευρείας κυκλοφορίας των σκευασμάτων, οι εμβολιασμοί στην Ελλάδα έφτασαν τους 17.425.672
Ενα σκεύασμα που η πλειοψηφία των πολιτών περίμενε με αγωνία από το 2020 με σκοπό να κερδίσει την πολυπόθητη ανοσία κατά του ιού αλλά και την επιστροφή τους σε ρυθμούς κανονικότητας μετά από ενάμιση χρόνο περιορισμών, γνώρισε ημέρες δόξας τους πρώτους μήνες του 2021.
Ωστόσο, μόλις λίγους μήνες από τον εμβολιασμό εκατομμυρίων – κυρίως νεότερων σε ηλικία – εκφράστηκαν οι πρώτες αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητά του αλλά και σημαντικές ενστάσεις για την ασφάλειά του, καθώς η χορήγησή του συσχετίστηκε με σπάνιες περιπτώσεις θρομβώσεων, γεγονός που οδήγησε σε προσαρμογές στις οδηγίες χορήγησής του σε ορισμένες ηλικιακές ομάδες.
«Ενα σκεύασμα που έσωσε εκατομμύρια ζωές»
Δέκα ημέρες πριν, στις αρχές Μαΐου, το εμβόλιο της AstraZeneca αποσύρθηκε οριστικά για εμπορικούς λόγους, αφού η ζήτησή του είχε μειωθεί πολύ, τόσο λόγω της κυκλοφορίας νέων και επικαιροποιημένων εμβολίων κατά της COVID-19 όσο και λόγω της… κακής του φήμης.
«Ηταν ένα σκεύασμα υποδεέστερο των νέων και ό,τι καινούργιο έρχεται είναι πολύ πιο βελτιωμένο έτσι κι αλλιώς» εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο παθολόγος – κλινικός φαρμακολόγος και διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αναστάσιος Σπαντιδέας.
Παρά τις επίσημες ανακοινώσεις, όμως, η τελευταία πράξη στην πορεία του εμβολίου πυροδότησε εκ νέου τις θεωρίες συνωμοσίας που περιβάλλουν συνολικά τα εμβόλια κατά του κορονοϊού, επαναφέροντας στο προσκήνιο όσα εξωφρενικά λέχθηκαν και γράφτηκαν διεθνώς τους πρώτους μήνες της πανδημικής κρίσης.
Οι γνωστοί πολέμιοι των εμβολιασμών έσπευσαν να το συνδέουν την απόσυρση με… κρυφές παρενέργειες. Οι ειδικοί, από την πλευρά τους, κάνουν λόγο για αναίτια και άδικη κριτική σε ένα σκεύασμα που συνέβαλε καθοριστικά στην τελική νίκη κατά της COVID-19.
«Το εμβόλιο της Astrazeneca ήταν ένα εξαιρετικό εμβόλιο και κάλυψε μια σημαντική ανάγκη, γιατί κατά την περίοδο της πανδημίας έσωσε εκατομμύρια ζωές» αναφέρει η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Βάνα Παπαευαγγέλου.
Παρά τις διαβεβαιώσεις της ιατρικής κοινότητας, ωστόσο, τα σενάρια συνωμοσίας που καλλιεργούνται από μια μειοψηφική μερίδα δημοσιολογούντων φαίνεται πώς βρήκαν ευήκοα ώτα, επηρεάζοντας σε έναν βαθμό την εμβολιαστική κάλυψη του γενικού πληθυσμού. Την ίδια στιγμή, η ψυχολογική κόπωση της πανδημικής περιόδου και οι απανωτοί εμβολιασμοί των πρώτων μηνών άφησαν μια κληρονομιά φόβου και αμφισβήτησης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΗΔΙΚΑ (Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης), το 2022 διενεργήθηκαν 4.445.546 εμβολιασμοί έναντι της COVID-19.
Ωστόσο, ο αριθμός αυτός γνώρισε μείωση σχεδόν 94% το επόμενο έτος, με τους εμβολιασμούς να φτάνουν μόλις τους 276.857 το 2023, ενώ μέχρι τις αρχές Μαΐου του 2024 περιορίστηκαν περαιτέρω στους 167.617, μειούμενοι δηλαδή κατά 39,5%.
Υπενθυμίζεται ότι το 2021, την πρώτη χρονιά ευρείας κυκλοφορίας των σκευασμάτων, οι εμβολιασμοί στην Ελλάδα έφτασαν τους 17.425.672, με 7.457.885 πολίτες να δέχονται το «τσίμπημα» που ξεκλείδωνε την επιστροφή στην κανονικότητα.
Μείωση και στον αντιγριπικό εμβολιασμό
Τα εμβόλια κατά της COVID-19, ωστόσο, δεν είναι τα μόνα στα οποία οι Ελληνες φαίνεται να γυρίζουν την πλάτη. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο αντιγριπικός εμβολιασμός γνωρίζει μία μικρή αλλά σταθερή πτώση, παρά το γεγονός ότι από το 2022 και έπειτα διενεργείται χωρίς συνταγογράφηση και από τους φαρμακοποιούς, κάνοντας την πρόσβαση σε αυτό εξαιρετικά εύκολη.
Συγκεκριμένα, την περίοδο από τον Οκτώβριο του 2020 έως τον Μάιο του 2021 διενεργήθηκαν 3.432.700 εμβολιασμοί έναντι της γρίπης, το αντίστοιχο διάστημα του 2021-2022 διενεργήθηκαν 3.160.700 εμβολιασμοί, το 2022-2023 διενεργήθηκαν 2.977.340 εμβολιασμοί, ενώ για το 2023-2024 διενεργήθηκαν 2.900.170 εμβολιασμοί (σ.σ. η εμβολιαστική περίοδος ολοκληρώνεται τον Μάιο), γνωρίζοντας σε βάθος τετραετίας μείωση της τάξης του 15,5%.
«Υπάρχει μια τάση αμφισβήτησης – επιφύλαξης προς τα εμβόλια. Συνήθως πρόκειται για εμβόλια που αφορούν τον παιδικό πληθυσμό. Είχαμε, για παράδειγμα, μια έξαρση της ιλαράς λόγω μείωσης της εμβολιαστικής κάλυψης.
Είχαμε, επίσης, επιφυλακτικότητα της κοινότητας για το εμβόλιο της γρίπης, ειδικά μετά το πρώτο έτος της πανδημίας» λέει ο καθηγητής Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρης Παρασκευής, αποτυπώνοντας τη μεταστροφή σημαντικής μερίδας των Ελλήνων έναντι των εμβολίων.
Οσον αφορά το εμβόλιο κατά της ιλαράς – ερυθράς – παρωτίτιδας (MMR), η Βάνα Παπαευαγγέλου επιβεβαιώνει τη μείωση στην κάλυψη του πληθυσμού, επισημαίνοντας ότι είναι κάτι που διαπιστώνεται σε πολλές χώρες.
«Υπάρχει, όντως, μια μείωση στην εμβολιαστική κάλυψη στην ιλαρά – ερυθρά – παρωτίτιδα, αλλά λιγότερη στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες. Το εμβόλιο αυτό διαχρονικά κατηγορείται για παρενέργειες και το φοβούνται οι γονείς. Αδίκως βέβαια.
Ωστόσο, δεν είναι οριζόντια η μείωση σε όλα τα εμβόλια που αφορούν τα παιδιά. Για παράδειγμα, στις πρώτες δόσεις των εμβολίων πνευμονιόκοκκου, κοκκύτη και τετάνου δεν υπάρχει μείωση» περιγράφει.
Δεν είναι η πρώτη φορά
Τα εμβόλια αντιμετωπίζονται με καχυποψία διαχρονικά, ξεκαθαρίζει ο Δημήτρης Παρασκευής, και σε κάθε περίοδο κρίσης, όπως αυτή της πανδημίας, ξεφυτρώνουν νέα σενάρια συνωμοσίας, τα οποία καλλιεργούνται από μια μειοψηφική μερίδα που θεωρεί ότι κάτι αποκρύπτεται ή ότι εξυπηρετούνται σκοτεινοί σκοποί.
«Αυτό το ‘κίνημα’ δεν είναι πρόσφατο, δεν δημιουργήθηκε, δηλαδή, στην πανδημία, αλλά εκείνη την περίοδο ενισχύθηκε».
Στο ίδιο πνεύμα, ο Αναστάσιος Σπαντιδέας αναφέρει ότι το φαινόμενο αυτό παρατηρείται από καταβολής των εμβολίων, δηλαδή «από το πρώτο εμβόλιο της ευλογιάς, το οποίο εξαφάνισε την ασθένεια από προσώπου γης, αλλά και από εκείνο της πολιομυελίτιδας που έχει σώσει εκατομμύρια παιδάκια, όταν τα περισσότερα πέθαιναν ή έμεναν παράλυτα».
Η κάμψη της επιφυλακτικότητας
Στην περίπτωση του κορονοϊού, η επιστημονική κοινότητα κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα εμβόλιο που αναμφίβολα έσωσε εκατομμύρια ζωές, κάτι που τα παλαιότερα χρόνια δεν θα ήταν δυνατόν.
«Στο παρελθόν η επίδραση των πανδημιών είχε σοβαρότατες επιπτώσεις, τη στιγμή που δεν υπήρχε διαθέσιμο εμβόλιο. Στην Covid-19 υπήρξε η μεγαλύτερη κινητοποίηση και η πιο ευρεία εμβολιαστική κάλυψη του ενήλικου πληθυσμού σε σχέση με όλες τις προηγούμενες περιόδους στην πρόσφατη ιστορία μας. Αυτό συνέβη λόγω της μεγάλης απειλής της πανδημίας και του γεγονότος ότι η επιστήμη πολύ γρήγορα κατόρθωσε να αναπτύξει ένα αποτελεσματικό και ασφαλές εμβόλιο, το οποίο μπόρεσε να χρησιμοποιηθεί εγκαίρως για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης. Κι αυτό είναι ένα σημαντικό κατόρθωμα. Αν, δηλαδή, δεν είχαμε το εμβόλιο, θα είχαμε τεκμηριωμένα πολλά εκατομμύρια θανάτους περισσότερους σε σχέση με τώρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται αναφορικά με την εφαρμογή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αυστηρών περιοριστικών μέτρων για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση», υπογραμμίζει ο καθηγητής Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρης Παρασκευής.
«Εγκυρη ενημέρωση»
Πώς, όμως, θα καμφθεί η επιφυλακτικότητα; Σύμφωνα με τον ίδιο, χρειάζεται προσπάθεια σε πολλαπλά επίπεδα.
«Η κοινότητα πρέπει να ενημερώνεται από τους ειδικούς, από τον προσωπικό γιατρό, τον παιδίατρο, και τους υπόλοιπους επαγγελματίες Υγείας. Πρέπει να υπάρξουν, επίσης, ενημερωτικά εκπαιδευτικά προγράμματα για τους νέους αλλά και για τους γονείς, προκειμένου να λαμβάνουν έγκυρη ενημέρωση και να μπορούν να απαντηθούν τα ερωτήματά τους αναφορικά με τα εμβόλια. Τα ερωτήματα της κοινότητας δεν πρέπει να μένουν αναπάντητα».
Σε αυτό το πλαίσιο, η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Βάνα Παπαευαγγέλου εξαίρει τον ρόλο που διαδραματίζουν οι ιδιώτες παιδίατροι στον απρόσκοπτο και σχεδόν καθολικό εμβολιασμό κατά την παιδική ηλικία.
«Στη χώρα μας δεν είναι τόσο έντονο το φαινόμενο της μείωσης των εμβολιασμών στα παιδιά λόγω του ιδιώτη παιδιάτρου ο οποίος ενημερώνει τον γονιό, τον καθησυχάζει και τον κατευθύνει στις σωστές αποφάσεις».
Καταλήγοντας και έχοντας λάβει υπόψη την ανταπόκριση των Ελλήνων στην πρώτη φάση των εμβολιασμών κατά της Covid-19, οι ειδικοί κρίνουν ως θετική τη στάση τους.
Η συντριπτική πλειονότητα, λένε, αντιλήφθηκε τη σημασία του εμβολίου και ανταποκρίθηκε θετικά σε αυτό, έτσι ώστε να προφυλαχθεί αλλά και να λειτουργήσει στο πλαίσιο μιας κοινωνίας χωρίς περιοριστικά μέτρα.
«Τα εμβόλια έχουν αλλάξει τη ζωή μας, έχουν περιορίσει σημαντικά τη θνησιμότητα, ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία και έχουν εξαφανίσει νοσήματα. Αυτό είναι το σημαντικότερο», καταλήγει ο Αναστάσιος Σπαντιδέας.
[Πηγή:]www.in.gr