Η λεβοθυροξίνη, το πιο κοινό φάρμακο για τον θυρεοειδή που λαμβάνεται από εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως, πιθανώς συνδέεται με απώλεια οστικής μάζας στα ηλικιωμένα άτομα, σύμφωνα με μια νέα μελέτη η οποία αναμένεται να παρουσιαστεί την ερχόμενη εβδομάδα στο ετήσιο συνέδριο της Εταιρείας Ακτινολογίας της Βορείου Αμερικής (RSNA).
Ο κοινός και εν δυνάμει σοβαρός υποθυρεοειδισμός
Η λεβοθυροξίνη που κυκλοφορεί με πολλές και διαφορετικές εμπορικές ονομασίες ανά τον κόσμο είναι η συνθετική εκδοχή της φυσικής ορμόνης θυροξίνης και χορηγείται για τη θεραπεία του υποθυρεοειδισμού στον οποίο ο θυρεοειδής υπολειτουργεί με αποτέλεσμα να μην παράγει την ποσότητα θυροξίνης που χρειάζεται ο οργανισμός για την εύρυθμη λειτουργία του. Οι ασθενείς με υποθυρεοειδισμό βιώνουν συχνά κόπωση, απώλεια μαλλιών, αύξηση του βάρους και άλλα συμπτώματα. Χωρίς τη ζωτικής σημασίας ορμόνη οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν σοβαρές, ακόμη και απειλητικές για τη ζωή, επιπλοκές.
Χορήγηση χωρίς να υπάρχει ανάγκη
Μόνο στις ΗΠΑ περίπου το 7% του πληθυσμού – σχεδόν 23 εκατομμύρια άτομα – λαμβάνουν λεβοθυροξίνη σε καθημερινή βάση. Σε κάποιες περιπτώσεις οι ασθενείς λαμβάνουν λεβοθυροξίνη επί πολλά έτη χωρίς να είναι σαφές αν χρειάζεται να συνεχίζουν τη λήψη της.
«Στοιχεία μαρτυρούν ότι σημαντικό ποσοστό των συνταγών για θεραπεία με λεβοθυροξίνη πιθανώς γράφεται σε μεγαλύτερους σε ηλικία ενηλίκους χωρίς υποθυρεοειδισμό, γεγονός που προκαλεί ανησυχία σχετικά με υπερεπάρκεια της ορμόνης στον οργανισμό ακόμη και όταν η θεραπεία στοχεύει τις τιμές αναφοράς» ανέφερε η κύρια συγγραφέας της μελέτης Ελενα Γκότμπι, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στη Βαλτιμόρη του Μέριλαντ.
Σε γενικό πλαίσιο ως φυσιολογικές τιμές της ορμόνης διέγερσης του θυρεοειδούς (TSH) θεωρούνται αυτές από 0,4 ως 5,0 microunits ανά ml. Οι υψηλές τιμές της ΤSH έχουν συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων.
Η νέα μελέτη
Στο πλαίσιο της νέας μελέτης η δρ Γκότμπι και οι συνεργάτες της εξέτασαν αν η χρήση λεβοθυροξίνης και τα υψηλότερα επίπεδα ορμονών του θυρεοειδούς, μέσα όμως στα πλαίσια αναφοράς, συνδέονται με μεγαλύτερη απώλεια οστικής μάζας με την πάροδο του χρόνου σε μεγαλύτερους σε ηλικία «ευθυρεοειδικούς» ενηλίκους, δηλαδή σε ενηλίκους με φυσιολογική θυρεοειδική λειτουργία.
65 ετών και άνω οι συμμετέχοντες
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα της μελέτης BLSA (Baltimore Longitudinal Study of Aging), μιας προοπτικής μελέτης παρατήρησης κοόρτης η οποία περιελάμβανε άτομα 65 ετών και άνω που υποβάλλονταν σε τακτικά τεστ λειτουργίας του θυρεοειδούς αλλά και σε εξετάσεις μέτρησης της οστικής πυκνότητας.
Συγκεκριμένα μελετήθηκαν 81 ευθυρεοειδικοί χρήστες λεβοθυροξίνης (32 άνδρες, 49 γυναίκες) και 364 άτομα που δεν λάμβαναν το φάρμακο (148 άνδρες, 216 γυναίκες) με μέση ηλικία τα 73 έτη και επίπεδα TSH 2,35 microunits ανά ml κατά μέσο όρο στην αρχή της μελέτης. Στη μελέτη ελήφθησαν υπόψη άλλοι παράγοντες που επιδρούν στα οστά όπως η ηλικία, το φύλο, το ύψος, το βάρος, η λήψη άλλων φαρμάκων, το ιστορικό καπνίσματος και κατανάλωσης αλκοόλ.
Απώλεια οστικής μάζας και πυκνότητας
Με βάση τα ευρήματα που αφορούσαν μέσο χρόνο παρακολούθησης 6,3 ετών, η χρήση λεβοθυροξίνης φάνηκε να συνδέεται με μεγαλύτερη απώλεια οστικής μάζας και οστικής πυκνότητας, ακόμη και στους συμμετέχοντες στους οποίους τα επίπεδα ΤSH ήταν μέσα στο εύρος του φυσιολογικού.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι ακόμη και όταν ακολουθούνται οι υπάρχουσες κατευθυντήριες γραμμές, η χρήση λεβοθυροξίνης φαίνεται να συνδέεται με μεγαλύτερη απώλεια οστού στους μεγαλύτερους σε ηλικία ενηλίκους» σημείωσε ο δρ Σαντπούρ Ντεμέχρι, καθηγητής Ακτινολογίας στο Johns Hopkins και εκ των κύριων συγγραφέων της μελέτης.
[Πηγή:]www.in.gr